Βασικοί ορθογραφικοί κανόνες της δημοτικής γλώσσας

Στις αράδες που ακολουθούν συνοψίζονται οι βασικοί ορθογραφικοί κανόνες για τη δημοτική γλώσσα. Οι κανόνες αυτοί στηρίζονται στη γραμματικής της ελληνικής γλώσσας που διδάσκεται στα ελληνικά σχολειά.

Περιεχόμενα

Κανόνες του μονοτονικού συστήματος | Τα διαλυτικά | Το τελικό ν | Συλλαβισμός | Γράφονται με μια λέξη | Λέξεις με κεφαλαίο ή μικρό το πρώτο γράμμα | Κλίση ονομάτων | Επίθετα και παραθετικά | ΡήματαΔύο λ ή ένα λ στο ρήμα +λλω | Μετοχές | Δοτική | Το μέσα | Ξενόγλωσσες λέξεις | Ως ή σαν | Αριθμοί |

Το μονοτονικό σύστημα

1. Οι μονοσύλλαβες λέξεις δεν παίρνουν τονικό σημάδι. Θεωρούνται μονοσύλλαβοι και μένουν άτονοι οι συνιζημένοι τύποι, π.χ., μια, για, γεια, πια, ποιος, ποια, ποιο, νιος κτλ. Προσοχή στη διαφορά: δυο – δύο, μια – μία, το βιος – ο βίος κτλ.

Οι μονοσύλλαβες προστακτικές, ακόμα κι όταν ακολουθούνται από δύο εγκλιτικά, δεν παίρνουν τονικό σημάδι, π.χ., πες μου το, φα του τα, δες του τα κτλ.

Εξαιρούνται και παίρνουν τονικό σημάδι:

Ο διαζευκτικός σύνδεσμος ή, π.χ., Ή η μητέρα ή ο πατέρας.

Τα ερωτηματικά πού και πώς, είτε βρίσκονται σε ευθεία ερώτηση είτε σε πλάγια, π.χ., Πού πήγες; [ευθεία] Δε μας είπες πού πήγες. [πλάγια]

Τα πού και πώς παίρνουν τονικό σημάδι και στις ακόλουθες περιπτώσεις: Πού να σου τα λέω. Από πού κι ως πού. Πού και πού. Αραιά και πού. Του έστειλες το γράμμα; Πώς! Πώς βαριέμαι! Κοιτάζω πώς και πώς να τα βολέψω.

Το που (όταν είναι επίρρημα, αντωνυμία ή σύνδεσμος) και το πως (όταν είναι σύνδεσμος) δεν παίρνουν τονικό σημάδι, π.χ.: Αυτό που σου είπα. Μας είπε πως τον λένε Απόστολο.

Οι αδύνατοι τύποι των προσωπικών αντωνυμιών (μου, σου, του, της, τον, την, το, μας, σας, τους, τα), όταν στην ανάγνωση υπάρχει περίπτωση να θεωρηθούν εγκλιτικές, π.χ., ο πατέρας μού είπε (= ο πατέρας είπε σε μένα), αλλά, ο πατέρας μου είπε (= ο δικός μου πατέρας είπε).

Οι μονοσύλλαβες λέξεις, όταν προφέρονται μαζί με τους ρηματικούς τύπους μπω, βγω, βρω, ‘ρθω, σ’ όλα τα πρόσωπα και τους αριθμούς, δέχονται τον τόνο τους, π.χ., θά μπω (προφέρεται δυνατότερα το θά), ενώ θα μπω (προφέρεται δυνατότερα το μπω), θά μπεις – θα μπεις κτλ.

2. Τονικό σημάδι (΄) παίρνει κάθε λέξη που έχει δύο ή περισσότερες συλλαβές. Αυτό ισχύει και στην περίπτωση που η λέξη παρουσιάζεται ως μονοσύλλαβη ύστερα από έκθλιψη ή αποκοπή· όχι, όμως, όταν έχει χάσει τονισμένο φωνήεν από αφαίρεση.

Παίρνουν τονικό σημάδι μονοσύλλαβες λέξεις μετά από αποκοπή: φέρ’ το,κόψ’ το, άσ’ το κτλ.

Παίρνουν τονικό σημάδι μονοσύλλαβες λέξεις μετά από έκθλιψη: πάντ’ ανοιχτά, είν’ ανάγκη, ήρθ’ αυτός, μήτ’ εσύ κτλ.

Προσοχή! Ένας ρηματικός τύπος που έμεινε άτονος από αφαίρεση δεν ανεβάζει το τονικό σημάδι στην προηγούμενη λέξη, π.χ.· μου ‘φερε, τα ‘δειξε,τα ΄ριξε, θα ΄θελα, που ΄ναι (αλλά, πού ‘ναι;), μου ‘πε κτλ.

3. Ο τόνος του εγκλιτικού ο οποίος ακούγεται στη λήγουσα των προπαροξύτονων λέξεων σημειώνεται, π.χ.: ο μέντοράς μας, κράτησέ μου το κτλ. Το ίδιο γίνεται στο πρώτο από δύο εγκλιτικά, όταν προηγείται παροξύτονη λέξη, π.χ.: δώσε μού το, φέρε μάς τους κτλ.

Τα διαλυτικά

Τα διαλυτικά σημειώνονται πάνω από το ι ή το υ για να δείξουμε ότι το ι ή το υ πρέπει να τα προφέρουμε χωριστά από το προηγούμενο φωνήεν (α, ε, ο, υ), π.χ.: θεϊκός, ευνοϊκός, παρανοϊκός, μυϊκός, ξεϋφαίνω, αϊτός, αϋπνία, οϊμέ κτλ.

Δε σημειώνουμε τα διαλυτικά όταν το προηγούμενο φωνήεν παίρνει τόνο (π.χ., νεράιδα, πλάι κτλ.)· και όταν δεν έχουμε δίψηφο φωνήεν (π.χ., διυλιστήριο, πρωί, Μωυσής κτλ.).

Παρατήρηση: Ο συνδυασμός των πλήκτρων για την εισαγωγή των διαλυτικών στο κείμενο είναι: Shift + (πλήκτρο οξείας) + (φωνήεν). Ο αντίστοιχος συνδυασμός πλήκτρων για διαλυτικά και τόνο μαζί, είναι:Ctrl + Alt + (πλήκτρο οξείας) + (φωνήεν).

Το τελικό ν
Αν αμφιβάλλετε, η συμβουλή είναι: Καλύτερα ένα ν  περισσότερο παρά ένα λιγότερο.

1. Το τελικό ν διατηρείται πάντοτε:

Στην προσωπική αντωνυμία γένους αρσενικού του δεύτερου προσώπου τον: τον είδα, τον βρήκα, τον δέχτηκα κτλ.

Στο αρσενικό άρθρο τον μπροστά από κύρια ονόματα (προσώπων, μηνών, ποταμών κτλ.), συντμήσεις, αρκτικόλεξα και ξένους όρους, που θα μπορούσαν να εκληφθούν ως ουδετέρου γένους· επίσης προ επιθέτου ή μετοχής, ιδιαίτερα όταν βρίσκονται μακριά από το προσδιοριζόμενο ουσιαστικό

Στο τροπικό επίρρημα και το χρονικό σύνδεσμο σαν (στη λογοτεχνία ακολουθεί τις περιπτώσεις 2 και 3): σαν γυαλί, σαν χρυσάφι, σαν θέλεις, κτλ.

Στο αρνητικό μόριο δεν, για ν’ αποφεύγεται η σύγχυση με τον αντιθετικό σύνδεσμο δε.

2. Το τελικό ν διατηρείται: στο άρθρο τον και την, στο αριθμητικό και αόριστο έναν, στην τριτοπρόσωπη αντωνυμία την, στα άκλιτα μην, όταν η λέξη που ακολουθεί αρχίζει από φωνήεν ή στιγμιαίο σύμφωνο (κ, π, τ, μπ, ντ, γκ, τσ, τζ) ή διπλό γράμμα (ξ, ψ), π.χ.: τον αέρα, την καλύβα, έναν τεμπέλη, μην ντρέπεσαι, σαν ντομάτα.

3. Το τελικό ν χάνεται στις παραπάνω λέξεις (τον, την , έναν, την, μην), όταν η ακόλουθη λέξη αρχίζει από εξακολουθητικό σύμφωνο (β, γ, δ, ζ, θ, λ, μ, ν, ρ, σ, φ, χ), π.χ.: το βάκιλο, τη γελάδα, ένα δερβέναγα, τη θάλασσα, μη μείνεις.

Συλλαβισμός
1. Δύο σύμφωνα ανάμεσα σε δύο φωνήεντα συλλαβίζονται με το δεύτερο φωνήεν, όταν αρχίζει από αυτά τα σύμφωνα ελληνική λέξη, π.χ.: λά-σπη (σπήλαιο), κό-στος (στέρεος), έ-βγα (βγαίνω) κτλ. Σ’ όλες τι υπόλοιπες περιπτώσεις χωρίζονται και το πρώτο σύμφωνο πάει με το προηγούμενο φωνήεν, και το δεύτερο με το ακόλουθο, π.χ.: έρ-πης, βαθ-μός, δάφ-νη, τάγ-μα κτλ.

2. Τρία ή περισσότερα σύμφωνα ανάμεσα σε δύο φωνήεντα συλλαβίζονται με το ακόλουθο φωνήεν, όταν αρχίζει ελληνική λέξη τουλάχιστον από τα δύο πρώτα από αυτά, π.χ.: ά-στρο (στρώμα), ε-χθρός (χθες), αι-σχρός (σχήμα) κτλ. Αλλιώς χωρίζονται και το πρώτο σύμφωνο πάει με το προηγούμενο φωνήεν, τ’ άλλα με το ακόλουθο, π.χ.: άν-θρω-πος, εκ-στρα-τεί-α κτλ.

3. Τα δίψηφα μπ, ντ και γκ δε χωρίζονται στο συλλαβισμό, π.χ.: μπου-μπού-νας, πέ-ντε, μπα-γκέ-τα, σύ-γκρυ-ο, γα-μπρός, ά-ντρας κτλ.

4. Τα δίψηφα φωνήεντα (ου, αι, ει, οι, υι), οι δίφθογγοι (αϊ, αη, οϊ, οη), οι καταχρηστικοί δίφθογγοι (ια, υα, οια, οιε, ιου, οιου κ.ά.) και οι συνδυασμοί αυ και ευ κατά το συλλαβισμό λογαριάζονται σαν ένα φωνήεν, π.χ.: αί-μα, νε-ράι-δα, ά-πια-στος, ναύ-της, αη-δό-νι, ρο-λόι, βόη-θα, θειά-φι, γυα-λί, αυ-λή, ευ-χή κτλ.

Γράφονται με μια λέξη
1. Τα αριθμητικά από το 13 μέχρι το 19, π.χ.: δεκατρία, δεκαπέντε, δεκαεφτά(δεκαεπτά) κτλ. Αλλά, είκοσι ένα (αλλά, Εικοσιένα), τριάντα πέντε, ενενήντα εννιά, εκατόν ένας, εκατόν τριάντα πέντε, εκατό δεκαεφτά κτλ.

2. Οι αντωνυμίες: καθένας – καθεμιά – καθένα, καθετί, κατιτί, οποιοσδήποτε – οποιαδήποτε – οποιοδήποτε, οσοσδήποτε, οτιδήποτε.

3. Τα άκλιτα: απαρχής, απεναντίας, απευθείας, αφενός, αφετέρου, αφότου, αφού, δηλαδή, διαμιάς, ειδαλλιώς, ειδάλλως, ειδεμή, ενμέρει, ενόσω, εντάξει,εντέλει, εντούτοις, ενώ, εξαιτίας, εξάλλου, εξαρχής, εξής, εξίσου, επικεφαλής, επιπλέον, επιτέλους, εφάπαξ, εφεξής, εφόσον, καθ(ε)αυτό, καθεξής, καθόλου, καθόσον, καθότι, καθώς, καθωσπρέπει, καλημέρα, καληνύχτα, καλησπέρα, καληώρα, καταγής, κατευθείαν, κιόλας, μεμιάς, μολαταύτα, μόλο (που), μολονότι, μολοντούτο, ολημέρα, ολημερίς, οληνύχτα, ολωσδιόλου, οποτεδήποτε, οπουδήποτε, οπωσδήποτε, παραλίγο, παρόλο (που), παρότι, προπαντός, προπάντων, σάμπως, τώντις, τωόντι, υπόψη, ωσότου, ώσπου, ωστόσο.

4. Η πρόθεση σε (σ’) με τη γενική και την αιτιατική του άρθρου: στου, στη, στο, στης, στων κτλ. Προσοχή, γράφεται χωριστά και μ’ απόστροφο η αντωνυμία σου: σ’ το δίνω, σ’ το ‘στειλα κτλ.

5. Γράφονται με δύο λέξεις: καλώς όρισες, καλώς τον (την, το), μετά χαράς, τέλος πάντων, και οι λόγιες εκφράσεις: εν μέρει, κατ’ εξοχήν κ.ά.

6. Γράφονται με μια ή με δυο λέξεις, κατά την περίσταση και με διαφορετικό τονισμό: πάρα κάτω – παρακάτω, πάρα πέρα – παραπέρα, πάρα πάνω – παραπάνω, τόσος δα – τοσοσδά και τα παρόμοια.

7. Ρηματικές φράσεις στις οποίες έχει χαθεί η αίσθηση ότι αποτελούνται από χωριστές λέξεις: δώστου, σούρτα φέρτα κτλ. Π.χ. «… και δώστου να κλαίει μ’ αναφιλητά». Αλλά, «δώσ’ του λεφτά να πάρει ψωμί.»

Λέξεις με κεφαλαίο ή μικρό το πρώτο γράμμα
1. Γράφονται με κεφαλαίο στην αρχή:

Τα κύρια ονόματα, π.χ.: Λάμπης, Μανόλης, Όμηρος, Πλάτων κτλ.

Τα ονόματα τόπων, επωνυμίες ιδρυμάτων, πανεπιστημιακών σχολών, εταιρειών, συλλόγων, ονόματα δρόμων κ.ά., π.χ.: Λάκκοι, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Ασπίς Χρηματιστηριακή, Σύλλογος Διαζευγμένων, Οδός Παπαχαραλάμπη κτλ.

Τα εθνικά και τα τοπωνυμικά, π.χ.: Έλληνας, Ρωμαίος, Αθηναίος, Λακκιώτης κτλ.

Τα ονόματα των μηνών, των ημερών της εβδομάδας, των εορτών και σημαντικών ιστορικών γεγονότων ή επετείων π.χ.: Ιούλιος, Δευτέρα, Πάσχα, Ραμαζάνι, Γαλλική Επανάσταση, Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος κτλ.

Οι λέξεις Θεός, Χριστός, Άγιο Πνεύμα, Παναγία, τα συνώνυμα των προηγουμένων καθώς και καθετί που σχετίζεται με το θείο, π.χ.: Πανάγαθος, Σωτήρας, Αμνός, Θεία Πρόνοια, Μεγαλόχαρη, Ζωοδόχος Πηγή, Βούδας, Αλλάχ, Μεγάλο Πνεύμα κτλ.

Λέξεις που κρίνεται σκόπιμο να εξαρθεί το νόημά τους: Πρόεδρος της Βουλής

Τίτλοι τιμής: Αξιωματικός της Λεγεώνας της Τιμής, Βαρώνος, Δούκας κτλ.

Η λέξη άγιος όταν δηλώνει εκκλησία ή δρόμο: Άγιος Φανούριος, οδός Αγίου Κωνσταντίνου κτλ.

Τα ονόματα των έργων της λογοτεχνίας και της τέχνης: ο “Προμηθεύς Δεσμώτης” του Αισχύλου, η “Οδύσσεια” του Καζαντζάκη, ο πίνακας “Το Κρυφό Σχολειό” του Γύζη, η “Ωραία Κοιμωμένη” του Χαλεπά κτλ.

3. Γράφονται με μικρό γράμμα στην αρχή:

Όλες οι λέξεις που παράγονται από τα προηγούμενα, π.χ: ομηρικά έπη, ελληνική ποίηση, σολωμική ποίηση, αθηναϊκά έθιμα, κυριακάτικο γεύμα, αυγουστιάτικες ζέστες (αλλά, Οκτωβριανή Επανάσταση), πασχαλινό αρνί, ελληνικός, αγγλικός, σωτηριολογικά θέματα κτλ.

Τα επίθετα που σημαίνουν οπαδούς θρησκειών: χριστιανός, μωαμεθανός, βουδιστής, καθολικός κτλ.

Κλίση ονομάτων
1. Τα θηλυκά σε (σκέψη, κυβέρνηση κτλ.) σχηματίζουν τη γενική σε -ης και σε -έως, π.χ.: σκέψης και σκέψεως, κυβέρνησης και κυβερνήσεως κτλ. Όσα, όμως, έχουν λαϊκή προέλευση, μόνο σε -ης: θύμηση – θύμησης, γέμιση – γέμισης κτλ.

2. Τα προπαροξύτονα, αρσενικά και θηλυκά σε -ος κατεβάζουν τον τόνο στην παραλήγουσα στη γενική του ενικού και στη γενική και αιτιατική του πληθυντικού: ο δήμαρχος – του δημάρχου – των δημάρχων – τους δημάρχους· η διάμετρος – της διαμέτρου – των διαμέτρων – τις διαμέτρους. Διατηρούν τον τόνο στην προπαραλήγουσα, σ’ όλες τις πτώσεις ενικού και πληθυντικού, οι πολυσύλλαβες και οι λαϊκές λέξεις: του αντίκτυπου, του ανήφορου, του εξάψαλμου, του καλόγερου, του ρινόκερου, του γκόμενου, του παίδαρου κτλ.

3. Τα προπαροξύτονα ουδέτερα σε -ο κατεβάζουν τον τόνο στην παραλήγουσα στη γενική ενικού και πληθυντικού, π.χ.: το άτομο – του ατόμου – των ατόμων· το συμβούλιο – του συμβουλίου – των συμβουλίων κτλ. Διατηρούν τον τόνο στην προπαραλήγουσα, σ’ όλες τις πτώσεις, οι πολυσύλλαβες και οι λαϊκές λέξεις, π.χ.: του σίδερου, του σέλινου κτλ.

Επίθετα και παραθετικά
1. Τα παραθετικά επιθέτων και επιρρημάτων σχηματίζουν τις καταλήξεις σε -ώτερος, -ώτατος, -ώτερα, ώτατα, όταν προέρχονται από τοπικά επιρρήματα σε , π.χ.: (άνω) ανώτερος – ανώτατος, (κάτω) κατώτερος – κατώτατα. Σε -ύτερος, -ύτατος, -ύτερα, ύτατα, όταν προέρχονται από επίθετα που λήγουν σε -ύς, π.χ.: βαθύς – βαθύτερος – βαθύτατος – βαθιά – βαθύτερα – βαθύτατα κτλ.

2. Τα επίθετα κατά την κλίση τους φυλάγουν τον τόνο στη συλλαβή που τονίζεται η ονομαστική του αρσενικού, π.χ.: όμορφος – όμορφη – όμορφο – όμορφου – όμορφης – όμορφων – όμορφους κτλ. Όταν, όμως, τα προπαροξύτονα επίθετα χρησιμοποιούνται ως ουσιαστικά, κατεβάζουν τον τόνο, το ίδιο συμβαίνει και με τις μετοχές, π.χ.: η κατάσταση του αρρώστου(αλλά, η κατάσταση του άρρωστου παιδιούτα αιτήματα των εργαζομένων(αλλά, τα αιτήματα των εργαζόμενων γυναικών) κτλ.

3. Στα επίθετα σε -ύς, -ιά, -ύ, το υ της κατάληξης των αρσενικών και των ουδετέρων διατηρείται μόνο στην ονομαστική, αιτιατική και κλητική του ενικού, στις άλλες πτώσεις γράφεται ι, π.χ.: ελαφρύς – ελαφριού – ελαφριές – ελαφριά κτλ.

4. Τα επίθετα σε -ης, ης, -ες, σχηματίζουν τη γενική του ενικού σε -ους, την αιτιατική στο αρσενικό και θηλυκό σε και τον πληθυντικό σε -εις και το πληθυντικό του ουδετέρου σε , π.χ.: συνεχής – συνεχούς – συνεχή – τα συνεχή κτλ.

5. Στα επίθετα σε ής, -ιά, -ί, το η των αρσενικών διατηρείται μόνο στην ονομαστική, αιτιατική, κλητική του ενικού, στις άλλες πτώσεις γράφεται ι, π.χ.: θαλασσής – θαλασσιού – θαλασσιούς – θαλασσιές – θαλασσιά.

Ρήματα
1. Όσα ρήματα αρχίζουν από σύμφωνο παίρνουν εμπρός από το θέμα, στον παρατατικό και στον αόριστο της οριστικής ένα ε-, το ε- αυτό λέγεται αύξηση. Η αύξηση διατηρείται όταν τονίζεται, ενώ χάνεται όταν δεν τονίζεται, π.χ.: έλυνα – έλυνες – λύναμε – λύνατε κτλ. Τα ρήματα θέλω, ξέρω, πίνω παίρνουν αύξηση η- αντί ε-, π.χ.: ήθελα, ήξερα, ήπια κτλ.

2. Όσα ρήματα αρχίζουν από φωνήεν ή δίψηφο δεν παίρνουν αύξηση, π.χ.:ανάβω – άναβα, ορίζω – όρισα κτλ. Εξαιρούνται τα ρήματα: έχω – είχα, έρχομαι – ήρθα, είμαι – ήμουν.

3. Οι καταλήξεις της υποτακτικής, ενεργητικής, και παθητικής φωνής γράφονται με ει και ο, καθώς και της προστακτικής με ει, όπως στην οριστική, π.χ.: να γράφει, θα δεθεί, δεθείτε, αγαπηθείτε, να γράφομαι, όταν έρχομαι κτλ.

4. Στα νεοελληνικά ρήματα που αρχίζουν από ρ, οι αυξημένοι τύποι δε διπλασιάζουν το ρ, π.χ.: ρίχνω – έριξα, ράβω – έραψα κτλ.

Τα λάμδα των ρημάτων +λλω
Η ορθογραφία των ρημάτων που λήγουν σε -λλω επηρεάζεται από τον χρόνο και τον τρόπο. Στην κατηγορία αυτή εντάσσονται οι ακόλουθες χαρακτηριστικές ομάδες ρημάτων:

+βάλλω: αμφιβάλλω, αναβάλλω, αντικαταβάλλω, αντιπαραβάλλω, αποβάλλω, βάλλω, διαβάλλω, εισβάλλω, εκβάλλω, εμβάλλω, καταβάλλω, μεταβάλλω, πανικοβάλλω, παραβάλλω, περιβάλλω, προβάλλω, προσβάλλω, συμβάλλω, συνυποβάλλω, υπερβάλλω, υποβάλλω

+στέλλω: αναστέλλω, αντιδιαστέλλω, αποστέλλω, διαστέλλω, εξαποστέλλω, καταστέλλω, ξαποστέλνω, περιστέλλω, στέλλω, [εξαίρεση: στέλνω], συστέλλω, υποστέλλω

+αγγέλλω: αναγγέλλω, εξαγγέλλω, καταγγέλλω, παραγγέλλω [εξαίρεση: παραγγέλνω], προαγγέλλω, προαναγγέλλω

διάφορα: ανατέλλω, θάλλω, μέλλω, ποικίλλω, σφάλλω

Σε όλα τα παραπάνω ρήματα ισχύουν οι εξής κανόνες:

[-λλ-]: οι ρηματικοί χρόνοι, Ενεργητικής και Παθητικής Φωνής, Ενεστώτας, Παρατατικός και Εξακολ. Μέλλων γράφονται με -λλ- [δύο λάμδα].

[-λ-]: όλοι οι υπόλοιποι ρηματικοί τύποι, Ενεργητικής και Παθητικής Φωνής, δηλαδή, Αόριστος, Στιγμ. Μέλλων, Υπερσυντέλικος, Παρακείμενος και Συντελ. Μέλλων γράφονται με -λ- [ένα λάμδα].

Μνημονοτεχνικό βοήθημα: Προφανώς, είναι πολύ δύσκολο – από μη φιλολόγους – να γίνεται κάθε φορά γραμματική αναγνώριση των παραπάνω ρημάτων για να αποφασίζουμε πώς γράφονται! Αντί γι αυτό, μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε το γλωσσικό αισθητήριό μας, που οι περισσότεροι το κατέχουμε και το χρησιμοποιούμε σωστά, χωρίς γραμματική επίγνωση.

Το μνημονοτεχνικό βοήθημα λειτουργεί ως εξής: Τοποθετούμε στη θέση του ρήματος -λλω κάποιο ρήμα σε +ώνω. Για παράδειγμα: χρεώνω.

1. Αν το νόημα της πρότασης δικαιολογεί τη διατήρηση του ν, τότε το ρήμα γράφεται με -λλ- [Π.χ.: Δεν υποβάλλω δήλωση – Δεν χρεώνω δήλωση]

2. Αν το νόημα της πρότασης δικαιολογεί την τροπή του ν σε σ, τότε το ρήμα γράφεται με ένα λ. [Π.χ.: Τον προηγούμενο μήνα υπέβαλα τη δήλωση – Τον προηγούμενο μήνα χρέωσα τη δήλωση].

Αν, παρ’ όλα αυτά, έχετε αμφιβολίες, μπορείτε να χρησιμοποιήσετε το εξαιρετικά καλό ηλεκτρονικό κλιτικό λεξικό της LECIGRAM.

Μετοχές
1. Η παθητική μετοχή σε -μένος, γράφεται με δυο μ μόνο στα ρήματα που έχουν χαρακτήρα π, β, φ, πτ, π.χ.: εγκαταλείπω – εγκαταλειμμένος, ράβω – ραμμένος, γράφω – γραμμένος, απορρίπτω – απορριμμένος κτλ. Η μετοχή σε -μένος, είναι κλιτή, έχει τρία γένη και δύο αριθμούς και ισοδυναμεί με επίθετο (βλ. επίθετα και παραθετικά).

2. Η άκλιτη ενεργητική μετοχή σε -οντας, όταν είναι άτονη γράφεται με ο, όταν τονίζεται γράφεται με ω, π.χ.: κόβοντας, γράφοντας, αλλά γελώντας, τραγουδώντας κτλ. Εξαιρείται το όντας.

Δοτική
Η δοτική πτώση των ονομάτων δεν υπάρχει στη νεοελληνική γραμματική και γλώσσα. Παρ’ όλα αυτά, όμως, φράσεις και γλωσσικά “απολιθώματα” της αρχαίας ελληνικής, εξακολουθούν να χρησιμοποιούνται τόσο στο γραπτό όσο και στον προφορικό λόγο.

Το μέσα
Το τοπικό επίρρημα μέσα:

1. Γράφεται μες όταν ακολουθούν οι λέξεις στο(ν), στη(ν), στο, στους, στις, στα, π.χ.: μες στον τόπο, μες στην τάξη, μες στις αυλές, μες στα πράγματα κτλ.

2. Γράφεται μέσ’ όταν ακολουθεί η πρόθεση από, π.χ.: μέσ’ απ’ τα βάσανα, μέσ’ απ’ τη φωτιά κτλ.

Ξενόγλωσσες λέξεις
Οι λέξεις που μπήκανε στη γλώσσα μας, στα νεότερα χρόνια, από ξένες γλώσσες γράφονται με την απλούστερη μορφή, π.χ.: τάλιρο, μπίρα, χολ, τρένο, σονέτο, φίλντισι κτλ.

Ως ή σαν
Το επίρρημα ως χρησιμοποιείται και στη δημοτική αντί του σαν για να δηλωθεί ιδιότητα του αντικειμένου ή του υποκειμένου, π.χ.: η σημασία του νερού ως φυσικού πόρου. Στις περιπτώσεις αυτές η πτώση που ακολουθεί το ως πρέπει να συμφωνεί με την πτώση του αντικειμένου ή υποκειμένου, του οποίου την ιδιότητα επεξηγεί.

Αριθμοί
Μία λέξη ή πολλές. Γράφονται με μια λέξη μόνο τα αριθμητικά από το 13 μέχρι το 19, π.χ.:δεκατρία, δεκαπέντε, δεκαεφτά (δεκαεπτά) κτλ. Αλλά, είκοσι ένα (εξαιρείται το Εικοσιένα), τριάντα πέντε, ενενήντα εννιά, εκατόν ένας, εκατόν τριάντα πέντε, εκατό δεκαεφτά κτλ.

Χωρισμός χιλιάδων. Οι αριθμοί με τέσσερα ψηφία και πάνω χωρίζονται σε ομάδες των τριών ψηφίων για ευκολία στην ανάγνωση και στην κατανόηση. Στα μη επιστημονικά κείμενα ο διαχωρισμός γίνεται με τη χρήση της τελείας (στα επιστημονικά κείμενα υπάρχει διαφοροποίηση). Ενιαία, χωρίς διαχωρισμό, γράφονται οι τετραψήφιες χρονολογίες, οι αριθμοί λαχείων, σελίδων, νόμων, πρωτοκόλλων διοικητικών εγγράφων, εγκυκλίων και οδών. Ενιαία, επίσης, γράφονται οι αριθμοί τηλεφώνων, κυκλοφορίας των οχημάτων, οι τραπεζικοί λογαριασμοί όπως και κάθε άλλη κωδικοποίηση με χρήση αριθμών (αριθμός δελτίου ταυτότητας, φορολογικού μητρώου κτλ.). Π.χ.: Το 2004, 3.769 μηχανές, το 15.000 π.Χ., σελίδα 15263, η απόφαση 12365, το τηλέφωνο μου είναι 69363625, το ΑΦΜ της Χ είναι 025263265.

Ολογράφως ή αριθμητικά. Στα επιστημονικά κείμενα οι αριθμοί γράφονται πάντοτε με ψηφία. Στα δημόσια έγγραφα και στα νομικά κείμενα γίνεται ταυτόχρονη χρήση και των δυο μορφών· πρώτα γράφεται ο αριθμός με ψηφία και ακολουθεί η μέσα σε παρενθέσεις ολόγραφη αναγραφή του. Στα πεζά κείμενα, στα άρθρα, στις εκθέσεις κτλ., δεν υπάρχει ενιαίος κανόνας. Μπορούν όμως να ακολουθηθούν οι παρακάτω οδηγίες: Στην αρχή της φράσης οι αριθμοί γράφονται ολογράφως, εξαιρούνται οι μεγάλοι αριθμοί. Οι αριθμοί νόμων, άρθρων, λαχείων, σελίδων, εγκυκλίων, διευθύνσεων και λοιπών παρόμοιων, γράφονται με ψηφία. Οι μεγάλοι αριθμοί, πρακτικά οι αριθμοί με περισσότερα από τέσσερα ψηφία, γράφονται με ψηφία. Τα ποσοστά γράφονται με ψηφία και ακολουθεί το σύμβολο “%” αφού παρεμβληθεί ημιδιάστημα (Ctrl + Shift + Space). Οι ημερομηνίες και οι χρονολογίες γράφονται με ψηφία. Σε νομικά και οικονομικά κείμενα όμως, μπορεί να δηλωθούν και ολογράφως. Η ώρα γράφεται με ψηφία όταν δηλώνεται με ακρίβεια μεγαλύτερη του λεπτού, δηλαδή με δευτερόλεπτα, εκατοστά του δευτερολέπτου κτλ. Οι γεωγραφικές συντεταγμένες γράφονται πάντοτε με ψηφία όταν δηλώνονται με ακρίβεια μεγαλύτερη της μοίρας. Τα κλάσματα γράφονται ολογράφως όταν ο αριθμητής και ο παρονομαστής γράφονται με μια λέξη. Σ’ όλες τις υπόλοιπες περιπτώσεις καθώς και τα μικτά κλάσματα δηλώνονται με ψηφία. Οι θερμοκρασίες γράφονται με ψηφία. Οι διαστάσεις γράφονται με ψηφία.

Τακτικά και λοιπά. Γράφονται ολογράφως τακτικά αριθμητικά επίθετα, πολλαπλασιαστικά και υποπολλαπλασιαστικά, αναλογικά και περιληπτικά επίθετα καθώς και τα σύνθετα που προσδιορίζουν αριθμητικά το αντικείμενο, π.χ.: δέκατος τρίτος, εννιαπλάσιος, υποδεκαπλάσιος, τρακοσαριά, διακοσάρα, δεκαεπτασύλλαβος κτλ.

Πάγιες φράσεις. Οι αριθμοί που περιλαμβάνονται σε στερεότυπες φράσεις γράφονται ολογράφως, π.χ.: Τα έχει τετρακόσια Παίρνει τρεις κι εξήνταΠέρασε από σαράντα κύματαΈνα κι ένα κάνουν δύο κτλ.

Πηγές:1. Οδηγός της νεοελληνικής γλώσσας, επιμ. Άννα Ιορδανίδου, εκδόσεις Πατάκη. | 2. Χανδριώτης, Ελλάδιος, Προφορά και στίξη, Λευκωσία 1972. | 3. Ίδρυμα Μανόλη Τριανταφυλλίδη – Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης,Νεοελληνική Γραμματική (της Δημοτικής), Θεσσαλονίκη 1973. | 4. Ελληνικό Λεξικό, Τεγόπουλος-Φυτράκης. | 5. Σακελλαρίου, Χάρης, Κλιτικό λεξικό δημοτικής, εκδόσεις Ι. Σιδέρης, Αθήνα. | 6. Κριαράς Εμμανουήλ, Νέο ελληνικό λεξικό της σύγχρονης δημοτικής γλώσσας, Εκδοτική Αθηνών. | 7. Γιαβρής Άρης, “Τα λάμδα του ρήματος βάλλω”, http://www.arisgiavris.gr/aris-giavris-orthografia-pages-ballo.htm, προσπ. 01/05/2016.