Μύθοι, θρύλοι και παραδόσεις

Ο Γιορτασμός της «Τρίτης τω Σκολών»

Οι Λάκκοι έχουν πλούσια παράδοση. Οι γέροντες κάτοικοι του χωριού, ακόμα και σήμερα, μεταφέρουν από γενιά σε γενιά τους θρύλους και τα έθιμα παλιότερων εποχών. Πολλά έθιμα, βέβαια, έχουν ατονήσει. Ελάχιστα από αυτά έχουν επιβιώσει, με προσπάθειες πολιτιστικών κυρίως φορέων. Ένα από αυτά ήταν και ο πανηγυρικός εορτασμός της «Τρίτης τω Σκολών».

Ο γιορτασμός της Μεγάλης Λαμπρής ανέκαθεν, για όλους τους χριστιανούς, ήταν μεγάλος και λαμπρός. Στους Λάκκους όμως, ο γιορτασμός αυτός ήταν λαμπρότερος και διαρκούσε περισσότερες μέρες. Η αποκορύφωση μάλιστα του εορτασμού συνέβαινε την Τρίτη του Πάσχα, την «Τρίτη τω Σκολώ». Για τη γιορτή αυτή συνέρρεαν στους Λάκκους πολλοί κάτοικοι από τα γειτονικά χωριά, αλλά και από τη Δυτική Κρήτη γενικότερα. Ο λόγος ήταν οι αθλητικοί αγώνες που γίνονταν στο χωριό, στους οποίους συμμετείχε όποιος το επιθυμούσε· αλλά και τα γλέντια και τα ξεφαντώματα στα σπίτια και στα καφενεία του χωριού.

Οι αγώνες αυτοί γίνονταν από τα πολύ παλιά χρόνια, σύμφωνα με την παράδοση από τα χρόνια ίδρυσης του χωριού. Τα αγωνίσματα που έπαιρναν μέρος οι αθλητές, οι Λακκιώτες και οι επισκέπτες που τους συναγωνίζονταν, ήταν ο δρόμος ταχύτητας διακοσίων περίπου μέτρων και η σφαιροβολία (στη σφαιροβολία χρησιμοποιούσαν βόλι, από κανόνι, βάρους περίπου πέντε κιλών).

Στα δύο παραπάνω βασικά αγωνίσματα προστέθηκαν κατά καιρούς και άλλα, όπως: δρόμος αντοχής (πέντε χιλιόμετρα περίπου), σκοποβολή, καθώς και ιππικοί αγώνες. Το έπαθλο του νικητή ήταν κυρίως ο έπαινος, αν και ορισμένες φορές συνοδευόταν από ένα ασκί λάδι ή από ένα αρνί ή ρίφι. Επίσης, γίνονταν και χορευτικοί αγώνες στους οποίους συμμετείχαν κοπελιές. Η νικήτρια, που αναδεικνυόταν από επιτροπή, εκτός από τη διάκριση, κέρδιζε και έναν ασημένιο δίσκο σερβιρίσματος.

Οι αγώνες αυτοί διεξάγονταν μέχρι τα χρόνια πριν τον μεγάλο Πόλεμο. Μετά τον Πόλεμο δεν ξανάγιναν αγώνες. Παρέμεινε όμως το μεγάλο πανηγύρι από την ήμερα του Πάσχα μέχρι και τη «Τρίτη τω Σκολώ». Και αυτό όμως σταδιακά άρχισε να φθίνει σε λαμπρότητα, ένταση και διάρκεια, μέχρι που σταμάτησε οριστικά στα μέσα της δεκαετίας του 1980.